- πνευματολατρεία
- η рел почитание духов, духопочитание
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
πνευματολατρία — και πνευματολατρεία, η, Ν λατρεία και απόδοση τιμών και σεβασμού προς τα πνεύματα κάθε είδους, τόσο σε εκείνα που θεωρούνται ευεργετικά ὁσο και σε εκείνα που θεωρούνται ολέθρια. [ΕΤΥΜΟΛ. < πνεύμα, ατος + λατρεία] … Dictionary of Greek